Δευτέρα 13 Οκτωβρίου 2008

Το…τρώγειν εστί φιλοσοφείν


Ονομασία λέσχης: «Δειπνοσοφισταί». Πόροι: αυτοχρηματοδοτούμενη. Μέλη: 71. Προσόντα: Γερά πιρούνια. Διαδικασία μύησης: εξαρτάται από τα κέφια των εξεταστών.
Λέγοντας «Δειπνοσοφισταί» μην πάει ο νους σας σε γευσιγνώστες που αναλώνονται στο να ψάχνουν συστατικά, τρόπους μαγειρέματος και συνδυασμούς σε περίεργα πιάτα, ούτε σοφιστικέ τύπους που συζητούν με ύφος μπλαζέ σε gourmet εστιατόρια. Οι «Δειπνοσοφισταί» παίζουν και ακούν κυρίως heavy metal, είναι πλακατζήδες, άνθρωποι της παρέας που μπορούν στο όνομα του καλού φαγητού… να κατεβάσουν κατσαρόλες. Στόχος τους; Να ανακαλύψουν τα καλύτερα στέκια στην πόλη, μια αναζήτηση που κρατάει 15 ολόκληρα χρόνια.
Την προηγούμενη Κυριακή το βράδυ πραγματοποιήθηκε η 11η ετήσια συνάντηση των «Δειπνοσοφιστών». Το ραντεβού δόθηκε στην πύλη του Ελληνικού, γύρω στις 8.00 το βράδυ. Από εκεί ένα κομβόι αυτοκινήτων ξεκίνησε με προορισμό μια ταβέρνα στην Τερψιθέα. Ακολούθησα με τη σειρά μου να ανεβαίνω προς το βουνό. Η κατοικημένη περιοχή έμεινε πίσω μας κι εξακολουθούσαμε να ανεβαίνουμε στο…πουθενά. «Έχει πουθενά η Αθήνα; Τι μπορεί να υπάρχει μέσα στην ερημιά;», σκεφτόμουν. Κι, όμως, υπήρχε μια ταβέρνα που μόνο εκείνοι που ξέρουν να τρώνε καλά θα μπορούσαν να τη γνωρίζουν.
«Όλα ξεκίνησαν το 1993, όταν ο Τάσος Σταματούρος, ο Χάρης Ευκαρπίδης και ο Χρήστος Κισατζεκιάν, ο πρόεδρός μας, πήγαν σε μια ταβέρνα στο Βύρωνα, όπου για αρκετά χρόνια ήταν στέκι των γονιών του δεύτερου. Εκεί συζήτησαν πρώτη φορά για το μεράκι τους να βρίσκουν ωραίες ταβέρνες, να τρώνε και να περνούν καλά με τους φίλους τους. Κάπως έτσι ξεκίνησε αυτή η ιδέα και άρχισαν να ψάχνουν», μας λέει ο αντιπρόεδρος της λέσχης Γιάννης Πούσσιος και συνεχίζει: «η ομάδα μεγάλωσε, δημιουργήθηκαν δύο ομάδες, μία από ένα μουσικό περιοδικό που εργαζόμασταν τότε οι περισσότεροι και μία από μια διαφημιστική εταιρία και λειτουργούσαμε χωριστά. Ημασταν κάτι σαν βόρειοι και νότιοι. Τελικά εμείς κρατήσαμε την παρέα μας και τη μεγαλώσαμε, εκείνοι όχι. Δυστυχώς, δεν κάναμε ποτέ μια κοινή συνάντηση».
Μέχρι το 1997 η λέσχη δεν είχε όνομα. Το 1997, όμως, έπεσε στα χέρια του προέδρου ένα βιβλίο με τον τίτλο «Δειπνοσοφιστής» των εκδόσεων Ίκαρος, το οποίο ήταν ανυπόγραφο κι ασχολούνταν με τη γεύση και τη νοοτροπία γύρω από το φαγητό. Αυτό ήταν. Οι «Δειπνοσοφισταί» ήταν γεγονός και στις 14 Σεπτεμβρίου 1997 ξεκίνησαν οι ετήσιες συναντήσεις. Στη 10η συνάντηση, μάλιστα, η ομάδα έβγαλε και μπλουζάκια με σήμα μπροστά
το… πιρούνι και πίσω τη λίστα των «Δειπνοσοφιστών ανάβασις», όπου αναφέρονται όλες οι ταβέρνες στις οποίες πραγματοποιήθηκαν οι ετήσιες συναντήσεις τα 10 τελευταία χρόνια.
Θα πείτε, «Και τι κάνουν οι «Δειπνοσοφισταί»; Μόνο τρώνε»; Η απάντηση είναι πως ψάχνουν… τρώγοντας. Γιατί έχουν βάση δεδομένων με πληροφορίες για 1.200 ταβέρνες στην Ελλάδα και το εξωτερικό από τις οποίες οι 850 περίπου αφορούν στην Αττική.
Η κριτική είναι αυστηρή και οι πληροφορίες για τα στέκια ανταλλάσσονται μεταξύ των μελών επίσης… τρώγοντας. Η βαθμολογία είναι με άριστα το δέκα και τα κριτήρια για την επιτυχία ή όχι του εκάστοτε μαγαζάτορα, σύμφωνα με ένα από τα παλαιότερα μέλη, τον Κώστα Βασιλείου, έγκειται στην καλή ποιότητα, στις σπεσιαλιτέ, στον ψήστη -ο οποίος τσεκάρεται-, στα κρέατα, στο κρασί, στο αν οι πατάτες και οι πίτες είναι προτηγανισμένες και προπαρασκευασμένες και κυρίως στο λογαριασμό και αν αξίζει τελικά αυτό που πληρώνεις.
Όπως μας λέει ο κ. Βασιλείου: «Η τύχη παίζει μεγάλο ρόλο στην έρευνά μας. Όλοι οι «Δειπνοσοφισταί» έχουμε την υποχρέωση να κρατάμε την κάρτα του εκάστοτε μαγαζιού, το οποίο επισκεπτόμαστε, με βαθμολογία, εντυπώσεις και… highlights προκειμένου να τις καταχωρίσουμε στη λίστα μας», ενώ ο κ. Βασίλης Ζαχαρόπουλος, επίσης μέλος της λέσχης, τονίζει: «λειτουργούμε καθαρά εμπειρικά. Δεν μας ενδιαφέρουν τα στατιστικά στοιχεία. Είμαστε φίλοι. Αυτό που κάνουμε, δεν το διαφημίζουμε. Είμαστε μια παρέα, δεν έχουμε καταστατικό και συνειδητά δεν έχουμε και site. Αυτό που κάνουμε είναι ουσιαστικά μια αφορμή για να επικοινωνούμε μεταξύ μας. Οι πιο πολλοί κάθονται στον καναπέ, τρώνε delivery και βλέπουν τηλεόραση. Η τηλεόραση, όμως, δεν σου μιλάει», ενώ ο αντιπρόεδρος της παρέας, Γιάννης Πούσσιος, συμπληρώνει: «πάνω στην κάρτα μας έχουμε βάλει το ρητό: «Η άνευ λόγων τράπεζα ουδέν φάτνης διαφέρει» και είναι μια φράση που μας χαρακτηρίζει. Σκοπός μας είναι η επικοινωνία». Μια φωνή ακούγεται από το βάθος: «Πού είναι ο μπεκρής μεζές να επικοινωνήσω;».
Τα δύσκολα είναι στη δοκιμασία της μύησης. Μπορεί να ακούγεται απλό, αλλά για να γίνει κάποιος «Δειπνοσοφιστής» δεν είναι και τόσο εύκολο, γιατί εκεί που οι άλλοι σταματούν, ο εξεταζόμενος πρέπει να συνεχίσει. Τι σημαίνει αυτό; Ότι όταν όλα τα μέλη έχουν πει «έσκασα» -και μιλάμε για πολύ φαγητό- ο επιθυμών να λάβει την κάρτα μέλους της λέσχης πρέπει απτόητος να φάει μια ακόμη μερίδα φαγητό. Και ναι, μεταξύ σοβαρού και αστείου, είπα τη μαγική φράση: «Εμένα θα με κάνετε μέλος;». Γιατί μου φάνηκε ότι είδα μερικούς να χαμογελούν με την άκρη του ματιού, το κατάλαβα μετά... Ξαφνικά, βλέπω τον πρόεδρο να πηγαίνει στο μαγαζάτορα. «Πώς θα φας την μπριζόλα σου;», με ρωτάνε. Κι έτσι μπήκα στη δοκιμασία με μια σταβλίσια. Ο μαγαζάτορας, λες και το ήξερε, έφερε τη μεγαλύτερη. Άλλη τέτοια δεν υπάρχει σε ολόκληρο το Νομό Αττικής. «Δεν θα την καταφέρεις», μου λέει ένα μέλος. «Εγώ το πέρασα πέρυσι», μου λέει ένα άλλο. «Μην την αποθαρρύνετε, ρε παιδιά». Κι ενώ οι άλλοι άνετοι μιλούσαν για heavy metal, εγώ έδινα τη μάχη με την μπριζόλα. Και τελικά τα κατάφερα.
«Εγώ πέρασα τη δοκιμασία με το ζυγούρι. Δεν θυμάμαι πόσο έφαγα, αλλά μετά έψαχνα για φαρμακείο. Αυτό το θυμάμαι πολύ καλά», μου λέει η Ευγενία Κανελλοπούλου, μέλος της λέσχης από το 2005 για να μου αποκαλύψει: «η ιδιότητά μου είναι ιχνηλάτης. Το έργο μου είναι να ανακαλύπτω καλές ταβέρνες και εστιατόρια στην Αθήνα και όχι μόνο. Πηγαίνω πολλές φορές για φαγητό. Μπήκα σε αυτή τη διαδικασία για δυο λόγους. Ο πρώτος είναι αυτός που είπαν και τα παιδιά, για την παρέα. Ο δεύτερος και πιο σημαντικός είναι για να αποδείξουμε εμείς τα κορίτσια ότι η γυναίκα δεν είναι μόνο σαλάτα και φρούτο. Μια γυναίκα μπορεί να κοντράρει τον άνδρα στα δυνατά του σημεία, δηλαδή στα κοψίδια και τα παρελκόμενα. Τα κορίτσια δεν είναι ανορεκτικά».
Το ότι η παρέα, πάντως, τρώει καλά φάνηκε από την παραγγελία η οποία κράτησε ώρα. Οι χορτοφάγοι καλό είναι να αποφύγουν τόσο την όλη διαδικασία, καθώς και τη μύηση, μιας και το κοψίδι είναι απαραίτητο πιάτο πάνω στο τραπέζι. Όσο για το πώς θα βρείτε την ομάδα των «Δειπνοσοφιστών»; «Δεν μας βρίσκουν, τους βρίσκουμε. Αρκεί να είναι καλοφαγάδες», είναι η απάντηση.

http://www.e-tipos.com/content/staticfiles/issues/2008/09/20/200908%2028.pdf

Δεν υπάρχουν σχόλια: