Τρίτη 19 Μαΐου 2009

Μηδέν στο «μάθημα» της Έκθεσης


Η 21η Μαρτίου κάθε χρόνου έχει οριστεί από τον ΟΗΕ «διεθνής ημέρα εναντίον των ρατσιστικών διακρίσεων». Και καθώς όλες οι χώρες τιμούν τη μέρα αυτή, καμιά δεν είναι πρόθυμη να εντοπίσει το ρατσισμό στο.. εσωτερικό της. Η Ελλάδα δεν αποτελεί, βέβαια, την εξαίρεση.
Με διαφορά λίγων ημερών δόθηκαν στη δημοσιότητα τρεις διαφορετικές εκθέσεις για την κατάσταση των ανθρώπινων δικαιωμάτων στην Ελλάδα.
Οι δύο πρώτες αφορούσαν ειδικά το ζήτημα των μειονοτήτων στη χώρα μας. Προηγήθηκε, στις 18 Φεβρουαρίου, η έκθεση της εμπειρογνώμονος σε μειονοτικά ζητήματα του ΟΗΕ Γκέι Μακντούγκαλ, η οποία υποβλήθηκε στο Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Οργανισμού στη Γενεύη.
Ακολούθησε στις 19 Φεβρουαρίου η Έκθεση του Τόμας Χάμαρμπεργκ, επιτρόπου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα στο Συμβούλιο της Ευρώπης.
Τη σειρά έκλεισε η ετήσια έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, η οποία δημοσιοποιήθηκε στις 25 Φεβρουαρίου.
Από τις τρεις εκθέσεις, η τελευταία πήρε εγκαίρως σημαντική δημοσιότητα στα ελληνικά μέσα ενημέρωσης και προκάλεσε αρκετές αντιδράσεις.
Όπως συμβαίνει συνήθως, από το περιεχόμενο της έκθεσης κινητοποιήθηκαν διαφορετικά ανακλαστικά, ανάλογα με τον ιδεολογικό προσανατολισμό των διάφορων σχολιαστών.
Η έκθεση συζητήθηκε, και στη Βουλή, στις 6 Μαρτίου, ύστερα από ερώτηση που απηύθυνε στον πρωθυπουργό ο πρόεδρος του ΛΑΟΣ Γιώργος Καρατζαφέρης. Τελικά, η συζήτηση έγινε δι' αντιπροσώπων. Την κυβέρνηση εκπροσώπησε η αρμόδια υπουργός Εξωτερικών Ντόρα Μπακογιάννη και τον πρόεδρο του ΛΑΟΣ ο Άδωνις Γεωργιάδης. Όμως κανείς απ' τους δύο δεν μπήκε στην ουσία της έκθεσης.
Αρκέστηκαν στην ανταλλαγή κάποιων γενικόλογων διατυπώσεων για τη σκοπιμότητα αυτών των εκθέσεων.
Το βασικότερο επιχείρημα του κ. Γεωργιάδη ήταν ότι σκόπιμα συνέπεσε η ανακοίνωση της έκθεσης με την επίσκεψη της κυρίας Μπακογιάννη στις ΗΠΑ. Πρόκειται για παραλογισμό που θα μπορούσαν να τον σκεφτούν μόνο κάποιοι που θεωρούν ότι όλος ο πλανήτης εξυφαίνει μια ανθελληνική συνωμοσία. Γιατί, βέβαια, η έκθεση δεν αναφέρεται αποκλειστικά στην Ελλάδα, αλλά σε 165 διαφορετικά κράτη. Όσο για την ημερομηνία ανακοίνωσής της, έγινε φέτος ό,τι και κάθε χρόνο, εφόσον αυτή η ημερομηνία προσδιορίζεται συνήθως στις τελευταίες μέρες του Φεβρουαρίου ή τις πρώτες του Μαρτίου.
Όμως, από την άλλη πλευρά, δεν είναι σοβαρός ούτε ο ισχυρισμός Μπακογιάννη ότι η έκθεση εκφράζει μόνο τις απόψεις των συντακτών της, δηλαδή κάποιων απλών υπαλλήλων της αμερικανικής διοίκησης. Το ίδιο ατυχές επιχείρημα είχε χρησιμοποιήσει και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος την ημέρα που δημοσιοποιήθηκε η έκθεση.
Είναι γνωστό ότι αυτές οι ετήσιες εκθέσεις αποτελούν όπλο στα χέρια των ιθυνόντων του Στέιτ Ντιπάρτμεντ και χρησιμοποιούνται για να υποβάλλονται σε πιέσεις ορισμένες κυβερνήσεις ή να στέλνονται διπλωματικά μηνύματα σε κάποιες άλλες. Και, βέβαια, όσο πιο αδύναμο είναι κάποιο κράτος, τόσο περισσότερο αισθάνεται την «απειλή» απ' αυτές τις εκθέσεις.
Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει κανείς να υπερτιμά την αξία τους. Πολλά έχουν αλλάξει από την εποχή της προεδρίας Κάρτερ, το 1977, όταν οι εκθέσεις αυτές έδωσαν μορφή στη «σταυροφορία για την ελευθερία», που αποτελούσε πυλώνα της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ κατά την περίοδο διακυβέρνησης των Δημοκρατικών.
Βέβαια, τότε, κύριος στόχος ήταν τα καθεστώτα της Ανατολικής Ευρώπης, ενώ οι χώρες της Δυτικής Ευρώπης ελάχιστα απασχολούσαν τους αμερικανούς εμπειρογνώμονες. Οι στόχοι των εκθέσεων των ΗΠΑ μετατοπίστηκαν στις αρχές της δεκαετίας του '90, αφού είχε πλέον καταρρεύσει ο άλλος πόλος του παγκόσμιου ανταγωνισμού.
Στην Ελλάδα πολιτικοί και κοινή γνώμη ξαφνιάστηκαν πρώτη φορά από το περιεχόμενο της ετήσιας έκθεσης στις αρχές του 1991. Μετά το 1993, με την προεδρία Κλίντον, δόθηκε νέα έμφαση από την αμερικανική κυβέρνηση στη «διαχείριση» των ανθρώπινων δικαιωμάτων σ' όλο τον κόσμο.
Οι εκθέσεις έχασαν μέρος από το πολιτικό τους βάρος κατά την περίοδο του προέδρου Μπους του νεότερου.
Από το 2001 ο επίσημος λόγος της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής στρέφεται περισσότερο στην ασφάλεια και λιγότερο στην υπεράσπιση δικαιωμάτων. Ίσως η περίοδος Ομπάμα δημιουργεί τις συνθήκες για αναβάθμιση του ρόλου των εκθέσεων.
Αλλά τι καινούριο έχει να προσθέσει η φετινή έκθεση του υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ; Και για ποιο λόγο δημιουργήθηκαν και πάλι τόσες αντιπαραθέσεις στη χώρα μας;
Η γνώμη μας είναι ότι σε λάθος σημείο εστιάστηκε το ενδιαφέρον των πολιτικών αναλυτών. Γιατί -όπως θα δούμε παρακάτω- τα σημεία που συνήθως θεωρούνται σκανδαλώδη στην Ελλάδα (δηλαδή όσα αναφέρονται στις μειονότητες της Δυτικής Θράκης και της Μακεδονίας) είναι φέτος αρκετά πιο ήπια από άλλες χρονιές, σημάδι ότι έχει γίνει δεκτό από τη διπλωματία των ΗΠΑ ένα τμήμα των θέσεων της ελληνικής πλευράς.
Επίσης δεν έχει νόημα να εκτιμήσει κανείς τις ειδικές αναφορές και την περιπτωσιολογία παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων που καταγράφονται στην έκθεση. Πρόκειται, στις περισσότερες περιπτώσεις, για αντιγραφή από εκθέσεις οργανισμών και μη κυβερνητικών οργανώσεων που ασχολούνται με τα ανθρώπινα δικαιώματα (Επιτροπές ΟΗΕ και Συμβουλίου Ευρώπης, Επιτροπή για την Πρόληψη των Βασανιστηρίων, Διεθνής Αμνηστία, Παρατηρητήριο Συμφωνιών Ελσίνκι), ενώ έχουν ληφθεί υπόψη οι θέσεις του Συνηγόρου του Πολίτη και οι αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. Στα περισσότερα ζητήματα οι θέσεις της φετινής έκθεσης είναι ιδιαιτέρως ήπιες για την ελληνική κυβέρνηση. Χαρακτηριστικό είναι ότι, για να μετριαστούν οι εντυπώσεις από τις άθλιες συνθήκες κράτησης σε φυλακές και κέντρα προσφύγων, αφιερώνεται μία ολόκληρη παράγραφος για να εκθειαστούν οι υποδειγματικές συνθήκες στο κέντρο κράτησης προσφύγων «Φυλάκιο» στη Θράκη («είναι καθαρό και κλιματιζόμενο, δεν υπάρχουν ανήλικοι, έχει καφετέρια, εγκαταστάσεις αναψυχής, τηλέφωνο και αναρρωτήριο με τέσσερα κρεβάτια»...).
Το πραγματικό σκάνδαλο με τη φετινή έκθεση είναι ότι παρεμβαίνει σε καθαρά πολιτικά ζητήματα που δεν έχουν καμιά σχέση με τα ανθρώπινα δικαιώματα, μόνο και μόνο για να πιέσει την ελληνική κυβέρνηση να σκληρύνει τη στάση της απέναντι στον «εσωτερικό εχθρό».
Το όνομα του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου αναφέρεται σε πέντε σημεία της έκθεσης, γεγονός που υποδηλώνει το ιδιαίτερο ενδιαφέρον των ΗΠΑ για την έκρηξη του Δεκέμβρη.
Επικρίνεται η αστυνομία γιατί «παρά το γεγονός ότι οι διωκτικές αρχές της χώρας υπήρξαν γενικά αποτελεσματικές, μερικές φορές η αστυνομία δεν ερεύνησε εντελώς τους αυτοσχέδιους "αντιιμπεριαλιστές" αναρχικούς που χρησιμοποιούν βόμβες με γκαζάκια και κοκτέιλ Μολότοφ για να επιτεθούν σε κτίρια, κυβερνητικά γραφεία, στόχους που εκπροσωπούν "δυτικά συμφέροντα" και την αστυνομία, ιδίως στο κέντρο της Αθήνας».
Οι κατηγορίες στο κείμενο επεκτείνονται και στη Δικαιοσύνη, με μια εντελώς αστήρικτη επιχειρηματολογία:
«Το δικαστικό σώμα αντιμετωπίζει με μεγαλύτερη επιείκεια όσους επικαλούνται πολιτικό κίνητρο σε πράξεις καταστροφής περιουσιών (τους λεγόμενους αναρχικούς) παρά εκείνους που δεν επικαλούνται πολιτικό κίνητρο. Για παράδειγμα, οι αναρχικοί καταδικάζονται συχνά σε ποινές με αναστολή αντί για φυλάκιση και χρηματική ποινή».
Φτάνει, μάλιστα, η έκθεση να ευθυγραμμιστεί με τη γραμμή Κούγια στην υπεράσπιση του αστυνομικού που σκότωσε τον 15χρονο: «Εκπρόσωποι της κυβέρνησης και των κομμάτων της αντιπολίτευσης έκαναν δηλώσεις με τις οποίες κάποιοι παρατηρητές διέκριναν ότι προκαταλαμβάνουν την ενοχή του αστυνομικού. Την επομένη του σκοτωμού τα μεγαλύτερα μέσα ενημέρωσης καταδίκασαν τους αστυνομικούς ως ένοχους φόνου. Ανεξάρτητοι παρατηρητές εξέφρασαν την ανησυχία τους ότι παρόμοιες δηλώσεις προϋποθέτουν την ενοχή των αστυνομικών και θέτουν σε κίνδυνο το δικαίωμα του κατηγορούμενου σε μια δίκαιη δίκη».
Αντίθετα, στα μειονοτικά ζητήματα -που τόσο κακοκαρδίζουν την πλειονότητα των πολιτικών αναλυτών- η έκθεση διατηρεί εξαιρετικά χαμηλούς τόνους. Για να το αντιληφθεί κανείς αυτό πρέπει να συγκρίνει τις σχετικές παραγράφους με τα αντίστοιχα εδάφια των εκθέσεων των περασμένων χρόνων. Αντιπαραβάλαμε τα κρίσιμα σημεία των τελευταίων δέκα χρόνων (1999-2008) για να καταλήξουμε στα ακόλουθα συμπεράσματα:

α) Για τη Δυτική Θράκη:
Η έκθεση του 2008 δεν παίρνει θέση για τον εθνικό χαρακτήρα της μειονότητας στη Δ. Θράκη. Αναφέρεται μόνο στο γεγονός ότι αναγνωρίζεται αποκλειστικά ως «μουσουλμανική» και ότι απαγορεύεται η χρήση των όρων «Τούρκος-τουρκικός» σε ονόματα σωματείων, ενώ επιτρέπεται τα άτομα να αυτοπροσδιορίζονται ως Τούρκοι.
Έχει, δηλαδή, απαλειφθεί η διατύπωση που περιλαμβανόταν πανομοιότυπη από χρόνο σε χρόνο μέχρι την έκθεση του 2002 ότι «το μεγαλύτερο μέρος της μουσουλμανικής μειονότητας είναι εθνικά Τούρκοι ή τουρκόφωνοι».
Δεν αναφέρεται επίσης αριθμός της μειονότητας, όπως στις παλιότερες εκθέσεις (96.000 το 1999, 98.000 το 2000 και το 2001, 130.000 το 2002).
Μάλιστα στην έκθεση του 2008 έχει προστεθεί η γνωστή ελληνική θέση ότι οι Πομάκοι πιέζονται για να εκτουρκιστούν: «Ορισμένα μέλη της κοινότητας των Πομάκων ισχυρίστηκαν ότι υφίστανται πιέσεις από την τουρκόφωνη κοινότητα να αρνηθούν την ύπαρξη πομακικής ταυτότητας ως διαφορετικής από την τουρκική ταυτότητα».
Αυτή η διατύπωση πρωτοεμφανίστηκε στην περσινή έκθεση.

β) Για τη Μακεδονία:
Η έκθεση δεν προσδιορίζει την εθνοτική ταυτότητα στους σλαβόφωνους πολίτες της Μακεδονίας.
Αναφέρει μόνο ότι «η κυβέρνηση δεν αναγνωρίζει την ύπαρξη μιας σλαβικής διαλέκτου στη βορειοδυτική περιοχή της χώρας, την οποία ονομάζουν "μακεδονική" όσοι τη μιλούν. Ένας μικρός αριθμός ατόμων που μιλούν σλαβικά επιμένουν να αυτοπροσδιορίζονται ως "Μακεδόνες", χαρακτηρισμός που προκαλεί ισχυρή αντίθεση από άλλους Έλληνες».
Έχουν απαλειφθεί, δηλαδή, οι «ενοχλητικές» για την Αθήνα διατυπώσεις που επαναλαμβάνονταν κάθε χρόνο μέχρι την περσινή έκθεση, ότι «οι περισσότεροι ομιλητές της διαλέκτου αυτοχαρακτηρίζονται ως "ντόπιοι"» και ότι η κυβέρνηση δεν αναγνωρίζει τη σλαβική διάλεκτο ως «γλώσσα διαφορετική από τη βουλγαρική».
Επίσης έχει αφαιρεθεί το κομμάτι προηγούμενων εκθέσεων (2005, 2006), όπου γινόταν αναφορά στην απαγόρευση εισόδου ατόμων σλαβομακεδονικής καταγωγής, με βάση κάποια «μαύρη λίστα». Από το 1999 έως το 2003 οι εκθέσεις αναφέρονταν και στον αριθμό των πολιτών που μιλούν τη γλώσσα αυτή («10.000 έως 50.000»), ενώ το 2003 αναφέρεται ρητά ότι «η "μακεδονική" είναι μια γλώσσα διακριτή από τη βουλγαρική».
Αρά δεν έχει κανένα λόγο να είναι δυσαρεστημένη η κυρία Μπακογιάννη με τη νέα έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, τουλάχιστον για τα ζητήματα των μειονοτήτων. Όσο για τις επικρίσεις ότι η αστυνομία είναι ανεκτική προς τους αναρχικούς, ας είναι καλά η νέα πολιτική πυγμής του «δίδυμου» Μαρκογιαννάκη-Παυλόπουλου.

Αντίθετα από την εξ ορισμού μειωμένη αξιοπιστία της ετήσιας έκθεσης του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, η δεύτερη έκθεση που δημοσιοποιήθηκε αυτές της μέρες φέρει τη σφραγίδα του ΟΗΕ.
Την υπογράφει η ειδική εμπειρογνώμονας για θέματα μειονοτήτων Γκέι Μακντούγκαλ, γνωστή υποστηρίκτρια των ανθρώπινων δικαιωμάτων και στη δική της χώρα, τις ΗΠΑ, πράγμα που βέβαια έχει ιδιαίτερη σημασία.
Γι' αυτή την έκθεση έχει κάθε λόγο η ελληνική κυβέρνηση να ανησυχεί: Η κυρία Μακντούγκαλ επισκέφτηκε τη χώρα μας από τις 8 έως τις 16 Σεπτεμβρίου 2008 και, παρά το ασφυκτικό πρόγραμμα με συναντήσεις «επισήμων» που φρόντισε να της οργανώσει το υπουργείο Εξωτερικών, κατάφερε να βρει λίγο χρόνο για να έρθει σε επαφή και με μέλη μειονοτικών ομάδων στη Βόρεια Ελλάδα.
Η έκθεσή της αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα του ΟΗΕ το πρωί της Παρασκευής 27 Φεβρουαρίου αλλά αγνοήθηκε από την ελληνική κυβέρνηση και τα ελληνικά μέσα ενημέρωσης.
Μέχρι που ένα ωραίο πρωί, στις 5 Μαρτίου, μια βδομάδα δηλαδή αργότερα, ανέλαβε να την κατακεραυνώσει ο εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών, το ΑΠΕ έβγαλε σχετικό τηλεγράφημα, τη σκυτάλη πήραν τα κανάλια και την επομένη σύσσωμες οι ελληνικές εφημερίδες αποκάλυψαν το «ανθελληνικό» ντοκουμέντο.
«Έκθεση-πρόκληση» εκτιμά το Mega, «Έκθεση-πρόκληση» και το «Έθνος», «Μας έπιασαν στον ύπνο», θρηνούν «Τα Νέα», «Προκλητική έκθεση» επαναλαμβάνουν η «Απογευματινή» και ο «Ριζοσπάστης», ο οποίος επανέρχεται την άλλη μέρα: «Στη μέγγενη του ΟΗΕ η Ελλάδα».
Την επόμενη Κυριακή ανέλαβαν οι εβδομαδιαίες του «πατριωτικού χώρου»: το «Πρώτο Θέμα» μιλά για «Βρόμικο παιχνίδι με δήθεν "μειονότητες"» και το «Παρόν» φροντίζει από τον τίτλο του να δείξει την άρια καταγωγή του, μιλώντας για την «Αφροαμερικανίδα του ΟΗΕ», ενώ ο (Καυκάσιος) κ. Παπαθεμελής, που υπογράφει το άρθρο, δεν γνωρίζει καν το όνομά της. Την αναφέρει ως «Μακ Ντάγκλας» και αποφαίνεται ότι είναι «αγράμματη ή βρίσκεται σε διατεταγμένη υπηρεσία»! Το σπασμένο τηλέφωνο της εθνικοφροσύνης για μια ακόμα φορά σε εγρήγορση...
Και για ποιο λόγο όλος αυτός ο πανικός; Η κυρία Μακντούγκαλ απλά συνόψισε όσα επί χρόνια επαναλαμβάνουν όλοι οι διεθνείς οργανισμοί που ασχολούνται με τα ανθρώπινα δικαιώματα σ' όλο τον κόσμο. Και «τόλμησε» να ζητήσει από την ελληνική κυβέρνηση να σεβαστεί τις διεθνείς συνθήκες και τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. Παραθέτουμε σε μετάφραση το πιο χαρακτηριστικό απόσπασμα της έκθεσης Μακντούγκαλ:
«Η κυβέρνηση [της Ελλάδας] οφείλει να εγκαταλείψει την αμφισβήτηση αν υπάρχει μακεδονική μειονότητα ή τουρκική μειονότητα και να επικεντρώσει το ενδιαφέρον της στην προστασία των δικαιωμάτων του αυτοπροσδιορισμού, της ελευθερίας της έκφρασης και της ελευθερίας του συνεταιρίζεσθαι αυτών των κοινοτήτων.
Η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να συμμορφωθεί πλήρως με τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, που καθορίζουν ότι πρέπει να επιτραπεί σε σωματεία να χρησιμοποιήσουν τις λέξεις "μακεδονικός" και "τουρκικός" στα ονόματά τους και να εκφράζουν ελεύθερα τις εθνοτικές ταυτότητές τους. Σε αυτά τα σωματεία που έχει απαγορευτεί να κάνουν χρήση αυτών των ονομάτων πρέπει να δοθεί άμεση έγκριση. Τα δικαιώματά τους σε μειονοτική προστασία πρέπει να γίνουν σεβαστά σύμφωνα με τη Διακήρυξη για τις Μειονότητες και τις βασικές διεθνείς συνθήκες ανθρώπινων δικαιωμάτων».
Υποτίθεται ότι και η ελληνική κυβέρνηση μιλά για «αυτοπροσδιορισμό» (έστω και με την κουτοπονηριά του «ατομικού αυτοπροσδιορισμού», ο οποίος όμως δεν έχει διαφορά από τον συλλογικό αν είναι δημόσιος), και ότι σέβεται τις διεθνείς συνθήκες και τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. Τι περισσότερο ζητά η κυρία Μακντούγκαλ;

Εξαιρετικό ενδιαφέρον έχει και η τρίτη έκθεση, αυτή με την οποία ασχολήθηκαν ελάχιστα τα ΜΜΕ. Την έχει συντάξει ο ίδιος ο επίτροπος για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα στο Συμβούλιο της Ευρώπης Τόμας Χάμαρμπεργκ, ο οποίος επισκέφθηκε την Ελλάδα από τις 8 ως τις 10 Δεκεμβρίου. Ο κ. Χάμαρμπεργκ δεν είναι... «Αφροαμερικανός» για να προκαλέσει τόσες αντιδράσεις αλλά Σουηδός και επιπλέον είναι ο ίδιος επίτροπος (και όχι απλός εισηγητής), με πλούσια διεθνή καριέρα στον τομέα των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Ε, λοιπόν, και η έκθεση του κ. Χάμαρμπεργκ, που πέρασε στα ψιλά του ελληνικού τύπου, συμβαδίζει απολύτως με τις διαπιστώσεις και τις προτάσεις της έκθεσης Μακντούγκαλ.
Ο κ. Χάμαρμπεργκ στα συμπεράσματά του εκφράζει τη «βαθιά του ανησυχία» για την επιμονή της Ελλάδας να μην αναγνωρίζει άλλη μειονότητα πέρα από την τριμερή «μουσουλμανική μειονότητα» στη Δυτική Θράκη, και υπογραμμίζει ότι «κάθε υποχρέωση της Ελλάδας που προκύπτει από τη Συνθήκη της Λοζάνης ή οποιαδήποτε άλλη συνθήκη των αρχών του 20ού αιώνα πρέπει να αντιμετωπίζεται και να ερμηνεύεται σε πλήρη και αποτελεσματική συμμόρφωση προς τις υποχρεώσεις που ανέλαβε με την επικύρωση των ψηφισμάτων ευρωπαϊκών και διεθνών οργάνων ανθρωπίνων δικαιωμάτων». Ο επίτροπος «επιθυμεί να υπενθυμίσει ότι η ελευθερία του εθνοτικού αυτοπροσδιορισμού είναι μία μείζων αρχή, στην οποία πρέπει να στηρίζονται οι δημοκρατικές πλουραλιστικές κοινωνίες και οφείλουν να την εφαρμόζουν σε όλες τις μειονοτικές ομάδες, ό,τι κι αν είναι αυτές, εθνικές, θρησκευτικές ή γλωσσικές».
Ο κ. Χάμαρμπεργκ απαντά και στους φόβους που εκφράζουν οι εκπρόσωποι της ελληνικής κυβέρνησης ότι ενδεχόμενη αναγνώριση μειονοτήτων θα προκαλέσει αντιδράσεις:
«Η ύπαρξη εντάσεων μεταξύ μελών και ομάδων μιας δημοκρατικής κοινωνίας, όπως η Ελλάδα, είναι σύμφυτο στοιχείο του πλουραλισμού της. Η απάντηση στις εντάσεις δεν πρέπει να είναι η υιοθέτηση κατασταλτικών μέτρων».
Ο επίτροπος του Συμβουλίου της Ευρώπης αναφέρεται και στο γεγονός ότι δεν έχουν ακόμα εφαρμοστεί οι αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου που δικαιώνουν τους «τουρκικούς» και «μακεδονικούς» συλλόγους.
Ειδικά για τη «Στέγη Μακεδονικού Πολιτισμού», μια υπόθεση που έχει κριθεί από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο ήδη από το 1998, ο επίτροπος αναφέρει πως «πληροφορήθηκε ότι το νομικό πρόσωπο αυτού του σωματείου ακόμα δεν αναγνωρίζεται, παρά το γεγονός ότι η ελληνική κυβέρνηση παραδέχτηκε στο Συμβούλιο Υπουργών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής το 2000 ότι [στο εξής] "δεδομένης της άμεσης επίδρασης των αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου στην ελληνική νομοθεσία, τα ελληνικά δικαστήρια δεν θα παραλείψουν να προλάβουν [στο εξής] αυτού του είδους δικαστικά σφάλματα στα οποία οφείλεται η παράβαση που διαπιστώθηκε σ' αυτή την υπόθεση"».
Τελικά, όχι μόνο δεν φρόντισε η ελληνική κυβέρνηση να αποφευχθούν «αυτού του είδους τα δικαστικά σφάλματα», αλλά αρνείται μέχρι σήμερα να εφαρμόσει τις τελεσίδικες αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου που αφορούν το δικαίωμα χρήσης των όρων «τουρκικός» ή «μακεδονικός» στους τίτλους ορισμένων σωματείων της Θράκης και της Μακεδονίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια: