Σάββατο 28 Μαρτίου 2009

Η πιο μεγάλη κρίση της κρίσης


Η αλήθεια είναι πως η κρίση αρχίζει και δαγκώνει τα πρώτα αθώα της θύματα, αλλά η κρίση της κρίσης, που θα είναι η χειρότερη κρίση, δεν έχει κάνει ακόμα την εμφάνισή της.
Προς το παρόν, ο κόσμος ζει τον φόβο της κρίσης. Ακούει σημεία και τέρατα εδώ και μήνες και κουμπώνεται. Φυλάει τα λεφτά του για το ο μη γένοιτο. Αποτέλεσμα: Ρίχνει την κατανάλωση και στεγνώνει την αγορά. Αποτέλεσμα: Οι έμποροι και οι τεχνίτες με τις εταιρείες υπηρεσιών και κατασκευών κάθε είδους χάνουν τα κέρδη τους ή μεγαλώνει η χασούρα τους. Αποτέλεσμα: Απολύουν κόσμο. Προσοχή! Η κρίση δεν έχει φτάσει ακόμα. Η φήμη της οδηγεί τις αγορές.
Ακόμα χειρότερα, έμποροι και τεχνίτες, για να μη χάσουν, ακριβαίνουν αγαθά και υπηρεσίες. Αποτέλεσμα: Καταπονούν ακόμα περισσότερο το ήδη πιεσμένο εισόδημα των αγοραστών, έτσι που στο τέλος και αυτοί θα συρρικνωθούν και θα προσθέσουν τους εργαζόμενούς τους στην ανεργία.
Τι κόβει ο πολύς κόσμος; Τα περιττά. Και τι είναι περιττό; Οτιδήποτε, εκτός από το φαγητό, το σχολείο, τη μετακίνηση και τα μη απαραίτητα ρούχα, ηλεκτρικά, είδη τεχνικής, τεχνολογίας και μαστορέματα.
Δεν είναι κακό. Γιατί σε μια κοινωνία, που στηρίζεται στην άχρηστη αγορά, η εμφάνιση της αλήθειας -δηλαδή της ανάγκης- θα μπορούσε να λειτουργήσει και σαν φως. Σαν χαστούκι για αφύπνιση, ώστε να αναζητηθεί ένας πιο υγιεινός δρόμος για συμβίωση των ανθρώπων. Δεν αισιοδοξώ. Ο άνθρωπος ξυπνάει μόνο μετά την καταστροφή του. Για να βαδίσει προς την επόμενη.
Ενώ είμαστε, λοιπόν, ακόμα στον φόβο της κρίσης, δηλαδή σε μια νεύρωση, και δεν έχουμε δει την πραγματική κρίση, ζούμε στις Συμπληγάδες, όχι μιας, αλλά δύο κρίσεων.
Η πρώτη είναι τα όρια της απόκτησης αγαθών στη δυτική αγορά. Πόσα αυτοκίνητα θα αγοράσει ο Γάλλος που 'χει τρία στο σπίτι του. Πόσες τηλεοράσεις ο Ιταλός που 'χει τέσσερις. Πόσα πουκάμισα ο Αυστριακός που 'χει είκοσι, και πάει λέγοντας. Το 2009 δεν είναι το 1979 και το 1959, που η λεγόμενη κοινωνία της αφθονίας χτιζόταν. Έχει χτιστεί. Έχουμε αφθονία σε αγαθά και φτώχεια σε καλλιέργεια. Ναι, αλλά η καλλιέργεια δεν αφήνει κέρδη. Η εμπορία της μπορεί. Αλλά δεν φτάνει.
Δε φτάνει, που η Δύση έχει κορεστεί από μαζικά αγαθά, φρόντισε επί δεκαετίες να απομυζά τον πλούτο της ανατολής και του νότου σε τέτοιο βαθμό, που δεν δημιούργησε καν τις συνθήκες εκεί, ώστε να γίνουν αγορές αγαθών ή παραγωγές αγαθών. Αντιθέτως, έφτιαξε δύο κακέκτυπα: την Κίνα και την Ινδία. Η Δύση με τον φαταουλισμό της πνίγεται σήμερα με το σκοινί, που πνίγει τόσα χρόνια τον τρίτο κόσμο.
Ο Αιγύπτιος, ο Ιρανός, ο Ουζμπέκος και ο Τανζανός ξέρουν να ζήσουν κουτσά-στραβά και με ένα δολάριο τη μέρα και να χαμογελούν. Ο Ευρωπαίος και ο Αμερικανός δεν ξέρουν. Στα δύσκολα είτε θα αιμοτοκυλιστούν είτε θα αιματοκυλίσουν τον υπόλοιπο κόσμο. Δεν θα 'ναι η πρώτη φορά.
Η δεύτερη κρίση είναι η χασούρα, που έχουν στα υπερκέρδη, αλλά και στο κεφάλαιο, οι μηχανές της δυτικής οικονομίας: Οι τράπεζες, οι χρηματιστές, οι ασφάλειες, το κύκλωμα των κερδοσκόπων, που κομψά λέγονται επενδυτές.
Δισεκατομμύρια επενδύθηκαν στην απανωτή τοκογλυφία επί των στεγαστικών δανείων των φτωχών της Αμερικής. Οι φτωχοί ψήφισαν την κυβέρνηση Κλίντον, που τους τα 'δωσε, αλλά δεν είχαν λεφτά να ψηφίσουν και τις τράπεζες απ' όπου τα πήραν. Δεν πλήρωναν. Δεν είχαν. Τα προϊόντα αποπληρωμής, που είχαν γεμίσει τον κόσμο τράπεζες, ασφάλειες και ταμεία βρέθηκαν στον αέρα. Χωρίς αντίκρισμα.
Εκατομμύρια χρεόγραφα, που λογίζονταν ως ζεστό χρήμα, αποδείχτηκαν κουρελόχαρτα. Με τα οποία μέχρι πριν από 6 μήνες θησαύριζαν τράπεζες, ασφάλειες, ταμεία και ιδιώτες κερδοσκόποι. Όχι εσύ κι εγώ. Κερδοσκόποι, που ήθελαν το 1.000.000 ευρώ να γίνει 10.000.000 σε ένα χρόνο και γινόταν.
Θα πει κανείς «τι σχέση έχει όλο αυτό με μας». Έχει, και μάλιστα διπλή σχέση. Πρώτα και κύρια όλο αυτό το παιχνίδι τραπεζών και κεφαλαιούχων να αβγατίζουν τα κέρδη, απλώς παίζοντας, γίνεται με τα δικά μας λεφτά. Οι τράπεζες και τα ταμεία δεν έχουν δικά τους λεφτά.
Δεύτερο, οι τράπεζες, οι ασφάλειες, τα ταμεία, οι κερδοσκόποι και οι κάθε λογής κεφαλαιούχοι δεν θέλουν να χάσουν. Θέλουν να επιζήσουν και να ξανακερδίσουν, περισσότερα απ' όσα κέρδιζαν. Το θεωρούν δικαίωμά τους. Κεκτημένο δικαίωμα. Και επισείουν γι' αυτό τον μπαμπούλα της πτώχευσης των μετόχων τους και της ανεργίας των εργαζομένων τους. Τρίχες.
Όσο κερδίζουν διεκδικούν το δικαίωμα της ελεύθερης αγοράς, αλλά όταν χρεοκοπούν διεκδικούν το δικαίωμα της προστατευόμενης από το κράτος αγοράς!
Το χειρότερο είναι που οι κυβερνήσεις, ιδεολογικά ή πελατειακά υπόδουλες σε όλον αυτό τον εσμό, δεν κρατικοποιούν όσες εταιρείες σώζουν με τα χρήματά μας. Και δεν αφήνουν να χρεοκοπήσουν όσες θεωρούν ότι δεν εξυπηρετούν το σύνολο. Δεν υποχρεώνουν τους μεγαλομετόχους να πληρώνουν από την τσέπη τους, από τις προσωπικές τους περιουσίες το τίμημα της άπληστης κερδοσκοπίας τους ή της επιχειρηματικής τους επιπολαιότητας για να αποζημιωθούν οι εργαζόμενοί τους.
Οι δυτικές κυβερνήσεις δεν ενδιαφέρονται να χτίζουν μια κοινωνική κοινωνία. Ενδιαφέρονται μόνο για μια κερδοφόρο κοινωνία.
Οι κυβερνήσεις, με λεφτά των φορολογουμένων επιβραβεύουν τα εκούσια ή ακούσια οικονομικά εγκλήματα των κεφαλαιούχων, τους αφήνουν ανεξέλεγκτους να συνεχίσουν να κερδοσκοπούν, και να επιβάλλουν τους όρους τους στη ρευστότητα του εμπόρου, του τεχνίτη, του επαγγελματία, του επιχειρηματία, από τους οποίους εξαρτάται το μαγαζί, η μαστοριά, ο τουρισμός, η βιοτεχνία, η αντιπροσωπεία, το εμπόριο, με μόνο αποτέλεσμα να χειροτερεύει η κρίση.
Δεν φτάνει αυτό! Όλοι αυτοί, κεφαλαιούχοι και επιχειρηματίες και έμποροι και μαστόροι και επαγγελματίες κλαίνε για τη χασούρα που θα έχουν για ένα-δυο χρόνια και είτε κερδοσκοπούν είτε απολύουν κόσμο, ενώ τις χρονιές που είχαν κέρδη ούτε τις τιμές έριχναν, ούτε έδιναν πέντε φράγκα παραπάνω στους υπαλλήλους. Μονά ζυγά δικά τους και αυτοί.
Μέχρι σημείου να λες ευθέως «τι διάολο. Κανείς δεν κάνει συρμαγιά τις καλές μέρες για τις κακές μέρες; Όλων η συρμαγιά είναι η τσέπη του εργάτη και του μισθωτού;». Όλων. Και των κυβερνήσεων, και των κεφαλαιούχων, και των επαγγελματιών.
Κι αυτή θα είναι η πιο μεγάλη κρίση της κρίσης. Γιατί οι εργάτες κι οι μισθωτοί, που θα πληρώσουν με την ανεργία ή με την ημιαπασχόληση την αρπακολιά και το εύκολο κέρδος, παραγκωνισμένοι στο περιθώριο της κοινωνίας και αυξανόμενοι, θα είναι ένα ρεύμα οργισμένο, που, το κυριότερο, δεν θα έχει να χάσει τίποτε.
Ίσως, μάλιστα, να έχει να κερδίσει έναν δικαιότερο, εξημερωμένο κόσμο.

Δεν υπάρχουν σχόλια: