Κυριακή 10 Αυγούστου 2008

Η άγνωστη Κίνα: το βλέμμα στο μέλλον με εφόδιο την ιστορία


Η πολυπληθέστερη χώρα στον κόσμο, η δεύτερη μεγαλύτερη καταναλώτρια πετρελαίου μετά τις ΗΠΑ, η μεγαλύτερη παραγωγός άνθρακα. Αυτά λένε οι αριθμοί. Πίσω από αυτούς, όμως, ποια είναι στην πραγματικότητα η χώρα που διοργανώνει τους 29ους σύγχρονους Ολυμπιακούς Αγώνες;
Ας δούμε πρώτα ορισμένα ιστορικά στοιχεία, απαραίτητο συστατικό της σκιαγράφησης μιας χώρας που αποτελεί ένα από τα πρώιμα κέντρα του ανθρώπινου πολιτισμού. Η ιστορία της Κίνας χάνεται στα βάθη των αιώνων. Την απαρχή της μπορούμε να την εντοπίσουμε περίπου 4.000 χρόνια πριν, με την πρώτη δυναστεία των Σία. Το πρώτο ενιαίο κινεζικό κράτος, ωστόσο, ιδρύθηκε από τη δυναστεία των Κιν, το 221 π.Χ. Η πρώτη δυναστεία μπορεί να μη μακροημέρευσε, άφησε ωστόσο μέχρι την εποχή μας τον περίφημο πήλινο στρατό από τερακότα, που ανακαλύφθηκε το 1974 μαζί με τον τάφο του Πρώτου Αυτοκράτορα στην πόλη Σιάν. Επί των ημερών της, επίσης, ξεκίνησε η κατασκευή του Σινικού Τείχους.
Η επόμενη δυναστεία, εκείνη των Χαν, η οποία κράτησε τα ηνία της χώρας για περισσότερα από 400 χρόνια, ήταν αυτή που άφησε ανεξίτηλα τα ίχνη της στον κινεζικό πολιτισμό: Διεύρυνε με στρατιωτικά μέσα την έκταση της χώρας, δημιούργησε το δρόμο του μεταξιού στην Κεντρική Ασία, αναγνώρισε τον κομφουκιανισμό ως επίσημο δόγμα του κράτους και στάθηκε η απαρχή της μεγαλύτερης εθνικής οντότητας στον κόσμο σήμερα, των αποκαλούμενων -ακόμα- Κινέζων Χαν.
Για να βρούμε την τελευταία δυναστεία της Κίνας πρέπει να φτάσουμε στο 1912, όταν κατέρρευσε η δυναστεία των Μαντσού (έπειτα από τρεις αιώνες σχεδόν) και εγκαθιδρύθηκε επισήμως η Δημοκρατία της Κίνας.
Από τα γεγονότα εκείνης της ιστορικής χρονιάς εμπνεύστηκε ο Μπερνάρντο Μπερτολούτσι την πολυβραβευμένη του ταινία «Ο Τελευταίος Αυτοκράτορας», η οποία περιγράφει τη ζωή του Που Γι, με έμφαση στο διάστημα από την ηλικία των δύο ετών, όταν ανέβηκε στο θρόνο, μέχρι την ηλικία των έξι, όταν ανατράπηκε από την επανάσταση Σινχάι. Η λαϊκή εξέγερση ήταν απότοκος των μεγάλων λιμών, των ταπεινωτικών ηττών στα πεδία της μάχης και των κοινωνικών αναταραχών που εξαπλώθηκαν στην Κίνα το 19ο αιώνα.
Το κινεζικό κράτος, ωστόσο, όπως το γνωρίζουμε σήμερα, γεννήθηκε πριν από 59 χρόνια, μέσα από τις στάχτες του εμφυλίου πολέμου ανάμεσα στους εθνικιστές και στους κομμουνιστές. Η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας εγκαθιδρύθηκε την 1η Οκτωβρίου 1949 από το Κομμουνιστικό Κόμμα και τον πρόεδρό του, Μάο Τσετούνγκ, ο οποίος κυβέρνησε τη χώρα με σιδερένια πυγμή για σχεδόν τρεις δεκαετίες. Το «μεγάλο άλμα προς τα εμπρός», το υπερφιλόδοξο πρόγραμμα οικονομικής ανάπτυξης, μπορεί κατά γενική ομολογία να απέτυχε, αλλά δεν συνέβη το ίδιο και με το σχέδιο αναγνώρισης της Κίνας ως παγκόσμιας υπερδύναμης. Προς αυτή την κατεύθυνση συνέβαλαν καθοριστικά η επιτυχημένη δοκιμή της πρώτης κινεζικής ατομικής βόμβας το 1964, της πρώτης βόμβας υδρογόνου το 1967 και η εκτόξευση του πρώτου δορυφόρου το 1970.
Μετά το 1978, ο διάδοχός του «Μεγάλου Τιμονιέρη», Ντενγκ Σιάο Πινγκ, προχώρησε σε οικονομικές και πολιτικές μεταρρυθμίσεις, με έμφαση στην ανάπτυξη με κριτήρια της αγοράς. Κλείνοντας το μάτι στη φιλελεύθερη οικονομία, ο Σιάο Πινγκ έκανε αποφασιστική στροφή στην κατεύθυνση της χώρας, που απομακρύνθηκε από την κεντρικά σχεδιασμένη οικονομία, κλειστή σε μεγάλο βαθμό για το διεθνές εμπόριο, και υιοθέτησε μια οικονομική πολιτική προσανατολισμένη στην ελεύθερη αγορά και την προσέλκυση ξένων επενδύσεων.
Τα αποτελέσματα του ευρύτατου μεταρρυθμιστικού προγράμματος σύντομα έγιναν ορατά. Ο αναλφαβητισμός στον ενήλικο πληθυσμό της Κίνας έπεσε από το 37% το 1978 σε λιγότερο από 10% το 2005 και η παιδική θνησιμότητα από 41 παιδιά ανά χίλιες γεννήσεις στα 23, στο ίδιο χρονικό διάστημα. Επίσης, σύμφωνα με στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας, από το 1990 έως το 2004 ο αριθμός των ανθρώπων που ζούσαν με ένα δολάριο την ημέρα μειώθηκε κατά 246 εκατομμύρια, ενώ ο συνολικός πληθυσμός της χώρας αυξήθηκε κατά 156 εκατομμύρια.
Στο ίδιο διάστημα η χώρα σημείωσε δύο μεγάλες επιτυχίες στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής, φτάνοντας σε ιστορική συμφωνία με τη Μεγάλη Βρετανία το 1984 για την επιστροφή του Χονγκ Κονγκ στην κινεζική κυριαρχία (πραγματοποιήθηκε το 1997) και με την Πορτογαλία το 1987 για την επιστροφή του Μακάο (πραγματοποιήθηκε το 1999).
Την ίδια ώρα, όμως, το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού εξακολουθεί να μην καρπώνεται το παραμικρό μερίδιο από την ταχύτατη ανάπτυξη της χώρας, ζώντας στο οικονομικό και κοινωνικό περιθώριο. Ταυτόχρονα, οι αντιθέσεις ανάμεσα στα αναπτυσσόμενα αστικά κέντρα και την υποβαθμισμένη επαρχία δημιουργούν ένα εκρηκτικό κοινωνικό μίγμα, που εκτονώνεται συχνά πυκνά με βίαιες διαδηλώσεις και τοπικές εξεγέρσεις αγροτών και εξαθλιωμένων εργατών.
Επιπλέον, η «δεύτερη βιομηχανική επανάσταση», όπως ονομάστηκε, εκτόξευσε σε δυσθεώρητα ύψη τη ζήτηση για ενέργεια. Οι ποσότητες πετρελαίου και άνθρακα που παράγονται και καταναλώνονται στην Κίνα συμβάλλουν δραματικά στην υπερθέρμανση του πλανήτη, χωρίς η ηγεσία της χώρας να έχει δείξει μέχρι στιγμής ειλικρινή διάθεση να τις περιορίσει.
Μπορεί η οικονομία της Κίνας να έχει πραγματοποιήσει εντυπωσιακό άνοιγμα τις τελευταίες τρεις δεκαετίες -με θετικές και αρνητικές συνέπειες, όπως είδαμε- το πολιτικό της σύστημα ωστόσο παραμένει κλειστό και μικρή σχέση έχει με τις φιλελεύθερες δημοκρατίες της Δύσης. Τη διακυβέρνηση της χώρας ασκεί το Κομμουνιστικό Κόμμα (το μεγαλύτερο κόμμα στον κόσμο), απέναντι στο οποίο δεν υπάρχει επίσης αντιπολίτευση. Γενικός γραμματέας του κόμματος είναι ο Χου Τζιντάο, κάτι που αυτόματα του δίνει τη θέση του προέδρου της χώρας και του επικεφαλής των ενόπλων δυνάμεων. Η ανάληψη της εξουσίας από τον κ. Τζιντάο το 2004 σήμανε και την πρώτη ομαλή διαδοχή ηγεσίας στην Κίνα μετά την κομμουνιστική επανάσταση του 1949.
Ο Γουέν Τζιαμπάο ηγείται της κυβέρνησης από το πόστο του πρωθυπουργού, ενώ το Πολιτικό Γραφείο του Κομμουνιστικού Κόμματος είναι το κύριο όργανο λήψης των αποφάσεων και το Εθνικό Λαϊκό Κογκρέσο το σώμα ψήφισης της εθνικής νομοθεσίας (ακολουθώντας συνήθως τις υποδείξεις του Πολιτικού Γραφείου). Οι καταγγελίες για φίμωση κάθε αντίθετης φωνής και δίωξη των αντιφρονούντων πληθαίνουν, χωρίς να συναντούν πειστικές απαντήσεις `από την κινεζική πολιτική ηγεσία.
Αν η κορυφή της πυραμίδας στην Κίνα έχει αυτή περίπου τη μορφή, τότε πώς είναι η βάση; Ποια είναι η εικόνα του μέσου Κινέζου πολίτη; Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα δεν είναι εύκολη, δεδομένων των τεράστιων κοινωνικών αντιθέσεων στην αχανή κινεζική επικράτεια. Η πλειονότητα των Κινέζων, ωστόσο, ανήκει στην εθνότητα των Χαν, μιλά μανδαρίνικα και ασχολείται με τη γεωργία, παρόλο που οι εδαφολογικές συνθήκες περιορίζουν τις καλλιεργήσιμες εκτάσεις μόλις στο 10% της επιφάνειας της χώρας. Ένας ολοένα αυξανόμενος αριθμός μετακινείται από την ύπαιθρο στις μεγάλες πόλεις, κάτι που έχει προκαλέσει έναν άνευ προηγουμένου αστικό οικοδομικό οργασμό.
Στα θρησκευτικά τους πιστεύω είναι χωρισμένοι ανάμεσα στους βουδιστές, στους ταοϊστές και τους ισλαμιστές, ενώ απαντάται και μια χριστιανική μειονότητα, κυρίως στο βορειοδυτικό τμήμα. Η ακριβής καταγραφή των πιστών (που υπολογίζονται περίπου στο 32%) είναι ιδιαίτερα δύσκολη, ιδίως λόγω του ασυμβίβαστου που έχει επιβάλει το Κομμουνιστικό Κόμμα στην άσκηση θρησκευτικών καθηκόντων και στην ιδιότητα του μέλους του. Η ελευθερία θρησκευτικής συνείδησης, πάντως, κατοχυρώθηκε με το Σύνταγμα του 1978, ανακουφίζοντας χιλιάδες πιστούς που είχαν υποστεί διωγμούς κατά τη διάρκεια της Πολιτιστικής Επανάστασης του Μάο, που προωθούσε με πάθος τον αθεϊσμό.
Αγρότες ή γιάπηδες, βουδιστές ή χριστιανοί, φτωχοί ή νεόπλουτοι, οι Κινέζοι θέλουν να αποδείξουν στον υπόλοιπο κόσμο ότι η χώρα τους έχει μπει στη νέα χιλιετία με ένα καινούργιο, σύγχρονο, προοδευτικό πρόσωπο. Δεν μπορούσαν να βρουν καλύτερη ευκαιρία για αυτό από τη διοργάνωση των θερινών Ολυμπιακών Αγώνων, που τους ανέθεσε η ΔΟΕ το 2001, απορρίπτοντας τις υποψηφιότητες του Τορόντο, του Παρισιού και της Κωνσταντινούπολης. Για αιώνες ολόκληρους (ιδίως μετά τα ταξίδια του Βενετσιάνου εμπόρου Μάρκο Πόλο το 13ο αιώνα), η Κίνα ήταν γνωστή στα πέρατα της Γης για το σπουδαίο πολιτισμό της, που έφερε στην ανθρωπότητα τέσσερις από τις σημαντικότερες ανακαλύψεις: το χαρτί, την πυξίδα, την πυρίτιδα και την τυπογραφία.
Με αφετηρία τους Ολυμπιακούς, ο «δράκος» της Ανατολικής Ασίας θα παρουσιάσει στα καχύποπτα μάτια της διεθνούς κοινότητας τη νέα, μοντέρνα και δυναμική του εικόνα, με την οποία εισέρχεται στον 21ο αιώνα. Ακόμα κι αν οι μεγάλες προσδοκίες που συνοδεύουν τη διοργάνωση των Ολυμπιακών διαψευστούν, οι Κινέζοι δεν θα απογοητευτούν, αλλά θα ανατρέξουν μάλλον σε μια από τις διάσημες ρήσεις του Κομφούκιου: «Η μεγαλύτερη δόξα μας συνίσταται όχι στο να μην πέσουμε ποτέ, αλλά στο να σηκωνόμαστε κάθε φορά που πέφτουμε».



http://www.e-tipos.com/pdfViewer?searchtype=bypage&selectedissuedate=07%2F08%2F08&selectedpart=194&selectedpage=2&selectedinsert=28

Δεν υπάρχουν σχόλια: